Γιάννης Ρίτσος -Ο ποιητής και ο άνθρωπος

0
1825

644577_320187791441443_928953032_n<< Η ποίηση δεν είναι μόνο ταλέντο, δεν είναι μονάχα άσκηση, συνειδητοποίηση και γνώση, απέραντη γνώση όλης της παγκόσμιας ποίησης από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι σήμερα, αλλά, ταυτόχρονα και βιώματα. Τα προσωπικά βιώματα, τα οποία αυτά είναι που ξυπνούν και τις δυνάμεις μας και που αναπτύσσουν την ευαισθησία μας. Αυτή όλη η ευαισθησία πολιτογραφείται στη νόηση και αυτή είναι το μεγάλο αποθησαύρισμα ολόκληρης της ζωής ενός καλλιτέχνη. Λοιπόν, τον ίδιο, τον ευνόησε η τύχη να έχει τρομακτικά βιώματα, να γνωρίσει θανάτους, να γνωρίσει την τρέλα από κοντά, τόσο του πατέρα του όσο και της αδερφής του, να είναι ταυτόχρονα ο ένας και ο άλλος.  Τα αποτελέσματα αυτών των βιωμάτων και οι διεργασίες τους μέσα του, αυτά έχουν αποτυπωθεί σε ολόκληρο το έργο του, όχι σαν προσωπικές πείρες, αλλά καλλιτεχνικά, αντικειμενοποιημένα.>>

Τι θα μπορούσε να πρωτοπεί κανείς για έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές της Ελλάδας, μα και συνολικότερα της ανθρωπότητας, αναγνωρισμένο από όλο τον κόσμο,  τον Γιάννη Ρίτσο;

Διαφήμιση

Γεννημένος το 1909 ήταν το τελευταίο παιδί της οικογένειας Ρίτσου. Ο πατέρας του Ελευθέριος Ρίτσος υπήρξε μεγαλοκτηματίας της εποχής και βασιλόφρων. Είχε συναναστροφές με τον κλήρο και ήταν ουσιαστικά αγράμματος, καθώς είχε τελειώσει μονάχα το δημοτικό. Η μητέρα του Ρίτσου, Ελευθερία Βουζαναρά, κόρη πλούσιων εμπόρων από το Γύθειο. Οι δυο τους παντρεύτηκαν, μα σύντομα άρχισαν να μην τα πηγαίνουν καλά, μιας και ο πατέρας του ήταν μανιώδης χαρτοπαίχτης και γυναικάς. Η οικογένεια απέκτησε τέσσερα παιδιά, με τον ποιητή να αποτελεί το στερνοπούλι.

Ο Γιάννης Ρίτσος από την παιδική του ηλικία έλαβε πολύ αγάπη από την μητέρα του και την γιαγιά του. ΄Οντας ακόμα  νέος άρχισε να ζωγραφίζει και να παίζει πιάνο  αλλά και να γράφει τους πρώτους του στίχους. Το 1917 η οικογένειά του δέχτηκε το πρώτο της οικονομικό πλήγμα: με απόφαση της κυβέρνησης του Ε. Βενιζέλου απαλλοτριώθηκαν τσιφλίκια ή δόθηκαν σε ακτήμονες. Η οικογένεια του τα έχασε όλα.

Τα επόμενα χρόνια αντιμετώπισε διάφορα προβλήματα υγείας των αδερφών του, καθώς, επίσης και με την αδερφή του Λούλα, με την οποία δέθηκε πολύ. Το 1925, τα δυο αδέρφια μετακομίζουν στην Αθήνα. Εργάζεται αρχικά, ως δαχτυλογράφος. Εκεί άρχισε να διαβάζει ποίηση: Παλαμά, Σικελιανό κ.ά. Λίγο αργότερα προσβάλλεται από φυματίωση και εισέρχεται στο σανατόριο << Σωτηρία>>. Εκεί μένει για τρία ολόκληρα χρόνια. Θα έρθει σε επαφή με διάφορους αριστερούς και συνδικαλιστές, όπως και με τη νεαρή ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, με την οποία ανταλλάσουν ποιήματα.

Ο ίδιος ο ποιητής την εποχή αυτή θα ακολουθήσει το επάγγελμα του χορευτή και του ηθοποιού σε ένα θέατρο στην Κυψέλη, με τη διάσημη Ζωζώ Νταλμάς. Το 1934 γίνεται μέλος του ΚΚΕ, στο οποίο παρέμεινε μέχρι το θάνατό του. Το 1934 εκδόθηκε η πρώτη του ποιητική συλλογή Τρακτέρ, ενώ άρχισε να δημοσιεύει και στο Ριζοσπάστη στη στήλη << Γράμματα για το Μέτωπο>>. Το Μάιο του 1936 είχαν κορυφωθεί οι εργατικές κινητοποιήσεις στη Θεσσαλονίκη και η μεγάλη απεργία και η διαδήλωση των καπνεργατών πνίγεται στο αίμα από την κυβέρνηση του Ι.Μεταξά, με συνολικά 12 νεκρούς ανάμεσα στους οποίους και ο 25χρονος αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης. Ο Ριζοσπάστης την επομένη δημοσιεύει την φωτογραφία του νεκρού νεαρού και την μητέρα του να σπαράζει πάνω από τη σορό, γεγονός το οποίο συγκλονίζει τον ποιητή και τον εμπνέει, για να εκδόσει τον Μάιο του 1936 τον Επιτάφιο. Ο Ρίτσος ολοκληρώνει τα 14 πρώτα ποιήματά του σε 10.000 αντίτυπα, από το << Λαικό Βιβλιοπωλείο>>, τα οποία πουλήθηκαν όλα, εκτός από 250, τα οποία και κάηκαν μετά την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του Ι.Μεταξά την 4η Αυγούστου του 1936.

Μεγάλη η γκάμα των ποιητικών του συλλογών γράφοντας αρχικά, σε παραδοσιακή στιχουργική και αργότερα σε ελεύθερο στίχο: Μια πυγολαμπίδα φωτίζει τη νύχτα, Εαρινή συμφωνία, Το τραγούδι της αδερφής μου, η Ρωμιοσύνη, η Κυρά των Αμπελιών, ο Άνθρωπος με το Γαρύφαλλο, όπου αργότερα κυκλοφόρησε με σκίτσο του Μπελογιάννη και του Πάμπλο Πικάσο, η Σονάτα του Σεληνόφωτος με την οποία λαμβάνει το Α΄Κρατικό Βραβείο Ποίησης και από εκεί ξεκινάει και η διεθνής του αναγνώριση, Κιγκλίδωμα, Καπνισμένο τσουκάλι, Αγρυπνία, Ελένη, προς μνήμη του θανάτου της αδερφής του Νίνας, το Γίνεσθαι, μέσα στο οποίο θα συμπεριλαμβάνονται το Κωδωνοστάσιο και η Γραγκάντα, Το φως που καίει, Τρακτέρ,ο Ξένος και ο Λύχνος των φτωχών και ταπεινών κ.ά Επίσης, ασχολήθηκε και με τη συγγραφή της παιδικής ποίησης. Γύρω στο 1960, ο μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης μελοποιεί 4 ποιήματα, από την ποιητική του συλλογή Επιταφίου, με τη φωνή του Γ.Μπιθικώτση. Το 1953 κυκλοφορούν οι μεταφράσεις του ποιητή ποιημάτων του Ναζίμ Χικμέτ. Υπήρξε μέλος της Ένωσης Λογοτεχνών και έπαιξε και στο Βασιλικό Θέατρο, όπου και γνώρισε το Μάνο Κατράκη.

Λόγω της πολιτικής του ιδεολογίας βίωσε πολλές εξορίες και κακουχίες, σε διάφορες ταραγμένες εποχές της ελληνικής κοινωνίας. Η Μακρόνησος, ο Αι-Στράτης, η Λήμνος αποτελούν τους τόπους εξορίας του. Αυτά τα γεγονότα αποτέλεσαν κίνητρα της ποίησής του, όπως και κίνητρα για να φιλοτεχνήσει έργα τέχνης. Τα έργα του τα έβαλε σε μπουκάλια όπου και τα έθαψε, ώστε να τα σώσει ο Μάνος Κατράκης. Στη δικτατορία του 1964, μεταφέρθηκε στη Γυάρο και αργότερα στη Λέρο και το Παρθένι. Σ αυτήν την περίοδο συλλαμβάνεται και η γυναίκα του Φαλίτσα. Το 1973 αποτελεί τιμώμενο πρόσωπο, στο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης του Λονδίνου. Ακόμη, βραβεύτηκε το 1975 με το διεθνές βραβείο Γκεόργκ- Δημητρώφ, της Βουλγαρίας και το 1977 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης Λένιγκραντ της Ρωσίας.  Απέκτησε μια κόρη, την Έρη Ρίτσου. Την τελευταία του πνοή  την άφησε στην Αθήνα, την 11η Νοεμβρίου 1990, με ανέκδοτες αρκετές ποιητικές συλλογές του.

Η ποίησή του μπορεί να χαρακτηριστεί βιωματική, μιας και τα βιώματα του αποτελούσαν την κύρια πηγή έμπνευσής του. Αποτελεί καταγραφή των ιστορικών γεγονότων του αιώνα που διένυε. Ένα χρονικό από εγερτήρια άσματα, ύμνους ηρώων, ελεγεία. Το ίδιο το εσωτερικό οδοιπορικό του ποιητή αποτύπωνε μέρα με τη μέρα σαφέστατα ή υπαινικτικά τη θέση του ποιητή απέναντι στη βία του καθεστώτος, τις νοοτροπίες, τη συμβατική ηθική και τους ιδεολογικούς πειθαναγκασμούς. Ανυψώνει την αλήθεια του μέσα από τα προσωπεία που φορά και τις δάνειες φωνές του. Σε όλο του το έργο, τον συνοδεύουν οι εμπειρίες της ζωής του. Εμπειρίες βαθιά συνυφασμένες με τους αγώνες του λαού του και με τους αγώνες των λαών του κόσμου, για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη. 

Η ποίηση, λοιπόν, του Γιάννη Ρίτσου πηγάζει από το παρόν της ζωής. Είναι βιωματική και άρρηκτα συνυφασμένη με τους αγώνες, με τους κόπους, τους μόχθους του ελληνικού λαού, ο οποίος διψά και πασχίζει αδιάκοπα για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη και είναι διαρκώς επίκαιρη.

Πλούσιο το λεξιλόγιό του, όσο και οι γνώσεις του, μπορούσε να πείθει, χωρίς να υψώνει τη φωνή του. Ήταν ένας άνθρωπος ήρεμος, σεμνός, και αξιαγάπητος. Η γραφή του πολυποίκιλη, με κέντρο πάντα τον άνθρωπο και κατ’ επέκταση τον αγωνιζόμενο λαό. Γράφει με τις ατελείωτες υφολογικές του μεταμορφώσεις, με την εύθραυστη ευαισθησία του, με την πολύ λεπτή ,αλλά και πολύ βαθιά του συγκίνηση, με την άγρια αποφαστικότητά του, με την καθημερινή του άσκηση στα ακραία σύνορα του αγώνα για ζωή και θάνατο. Για εξανθρωπισμό. Η ποιητική εικόνα του Ρίτσου ανάβει το λύχνο του λαού, γιατί τον έχει δίπλα του.

Ο Γιάννης Ρίτσος αποτελεί για τον ελληνικό λαό ένα μεγάλο ναρκαλιευτή.  Ψάχνοντας, μέσα στα γραπτά και προφορικά του λόγια, βρίσκονται πλήθος από φωτεινοί σηματοδότες , που δείχνουν το δρόμο: << Όμως εσύ στο πείσμα της βροχής και των ανέμων, επιμένεις…κάτι ν’ αφήσεις για τους επερχόμενους>>, <<Αυτά που χάθηκαν ,αυτά που δεν ήρθαν μην τα κλαις. Αυτά που τα΄ χες και δεν τα’ δωσες κλάφ΄τα…>> ,<< Η Ζωή ,[ η Ποίηση ] είναι μια μάχη σώμα με σώμα με το θάνατο. Όχι, μόνο το φυσικό, αλλά και με όλες τις μορφές του κοινωνικού θανάτου.>> Τον καλούσε ο πόθος τον ίδιο τον ποιητή, από τα πρώτα του βήματα, να ανακαλύψει και να συναντηθεί με την <<ομοιότητα >> των ανθρώπων. Η << ομοιότητα>>, λοιπόν αρχίζει να διαφαίνεται, όσο μειώνονται και εξασθενίζουν οι ταξικές διαφορές. Όσο συμπιέζεται προς το κοινωνικό περιθώριο, προς τον αγώνα της επιβίωσης. Είναι μεγάλη, λοιπόν, η συμβολή του Γιάννη Ρίτσου και αγγίζει ακόμη πιο βαθιά την εποχή μας, μιας και με τη ζωή και το έργο του, μας κληροδότησε και μας έκανε τόσο γοητευτική και τόσο οικεία την ουσία της << Ομοιότητας>> και του Ανθρωπισμού, ώστε να αισθανόμαστε, ότι δεν χρειάζεται, παρά ένα μόνο αποφασιστικό άλμα για να τα συναντήσουμε στη ζωή μας.

Εν κατακλείδι, όσες σελίδες και αν γεμίσουνε με μελάνι, δεν είναι αρκετές , για να καταγράψουν, να προβάλλουν, να υμνήσουν, να δείξουν το απίστευτα έμφυτο ταλέντο του, που σε συνδυασμό με την ακεραιότητα, τη δυναμικότητα και την επαναστατικότητα του χαρακτήρα του, τον καθιέρωσαν , σ΄έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές της χώρας μας και μαζί με τον Σεφέρη και τον Ελύτη, αποτελούν το τρίπτυχο της ιδανικής και λαμπρής γενιάς του ’30.Ας κρατήσουμε ενδεικτικά φυλαγμένα στην καρδιά μας κάποιους από τους τελευταίους στίχους του ποιητή, που έγραψε, πλησιάζοντας στο τέρμα του βίου του, από το πεζό απόσπασμα Εικονοστάσιο ανωνύμων αγίων:<< Το άφταιγο: ΄΄Ε, τι να γίνει; Άνθρωποι είμαστε. Και συχνά τα απογεύματα με πλημμυρίζει μια ήσυχη, παρηγορητική, μελαγχολική συγνώμη για όλους και για όλα/ και για μένα,[…]και ματώνει ο ήλιος στη δύση, και λάμπουν οι λάσπες του δρόμου στα παλιά χρόνια,/και γω λέω μέσα μου,/με πρώιμη παιδική σοφία και το ξέρω ευχάριστα μέσα μου,/και λέω τώρα πάλι μέσα μου κρυφά-δεν το λέω στους άλλους-λέω: κανένας, μα κανένας δε φταίει σε τίποτα’, κι αυτό το άφταιγο επιπλέει πάνω απ΄τους λιγοστεμένους κάπως βραδινούς θορύβους, πάνω απ’τα λεωφορεία με το σκόλασμα των προλετάριων,[…] επιπλέει στη Σταδίου, στην Πανεπιστημίου και πιότερο στην Παπαναστασίου εκείνο το άφταιγο ‘παραπονιάρικο’ κι αυτό, ψηλά στους φανοστάτες.

Άρτεμις Πράπα

Διαφήμιση

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here