«Την δουλειά που κάνεις, την κάνεις με κέφι;»
«Την σιχαίνομαι…»
Κάπου θα τα χετε ακούσει αυτά τα λόγια, όπως τα έχουμε ακούσει οι περισσότεροι από εμάς. Δεν ξέρω κατά πόσο στέκει ο παραπάνω διάλογος ή κατά πόσο είναι πιθανό να έχουν ειπωθεί τέτοια λόγια. Ιδέα δεν έχω. Ξέρω όμως πως είναι αρκετά γοητευτικό και αναζωογονητικό, να κάνεις κάποιος κάτι που αγαπάει, και που σε άλλη περίπτωση θα ήταν μια απλή ενασχόληση, ένα μέσο βιοπορισμού.
Ανέκαθεν είναι χρήσιμο κανείς να κάνει κάτι που αγαπά. Που του δίνει ζωή, του χαρίζει την δυνατότητα να κάνει κάποια πράγματα, μια εργασία, χωρίς να αγκομαχάει όλη την ώρα, για τον κόπο που απαιτείται. Αυτό, είναι και λίγο ουτοπικό. Όλοι μας σε κάποια φάση, κουραζόμαστε, ξενερώνουμε, κάτι συμβαίνει που μας χαλάει την διάθεση επάνω στην δουλειά. Εκτός και αν είμαστε η Μαίρη Πόππινς, οπότε ναι, εκεί κούραση δεν υπάρχει. Στον κόσμο του Ντίσνεϊ όλα είναι μαγικά.
Οπότε είναι λογικό να μπερδεύουμε την δουλειά με το χόμπι. Ευτυχώς για τους άντρες δεν ισχύει εδώ ό,τι ισχύει με τις γυναίκες. Το ξέρετε το δόγμα: «η ομορφότερη γυναίκα είναι πάντα του διπλανού». Ε, στην δουλειά δεν ισχύει αυτό! Δεν κοιτάει κάποιος έναν που έχει βουλκανιζατέρ και να πει « Ρε τον ζηλεύω! Πώς θα θελα να ΄χα βουλκανιζατέρ. ». Όλοι μας ζηλεύουμε τα καλά ρούχα, τα ακριβά αμάξια και τα πολλά λεφτά. Κανένας μας δεν ζηλεύει απλά και μόνο την δουλειά του άλλου. Όλοι στα φράγκα έχουμε το νου μας.
Ναι αλλά τώρα που τα φράγκα λιγόστεψαν; Αυτοί που ξέρουν πιο πολλά από μας, λένε πως «ο καθένας μας πρέπει να βρει κάτι στο οποίο να είναι καλός, και να το αναδείξει. » Να το κάνει καλύτερο δηλαδή, να το ερευνήσει, να το δουλέψει, και να δοκιμάσει. Είναι αληθές. Δεν ξεκινήσαμε όλοι να κάνουμε την δουλειά των ονείρων μας από την πρώτη μέρα που βγήκαμε στο κουρμπέτι. Ούτε και είμαστε πάντα ευχαριστημένοι. Αλλά εδώ υπάρχει και κάτι άλλο. Όταν βρούμε τις τεχνικές και τα μυστικά μιας δουλειάς, μαθαίνουμε και να την αγαπάμε. Όταν την κάνουμε καλά, και ασχολούμαστε με αυτήν, μας ανταμείβει. Και όταν συμβαίνει αυτό, πολλές φορές δεν μας νοιάζει κιόλας, αν στην αρχή σκεφτόμασταν άλλη δουλειά για χόμπι, και άλλο χόμπι για δουλειά. Γιατί στην τελική, χόμπι είναι αυτό που μας ευχαριστεί, δουλειά αυτό που μας βιοπορίζει, αλλά όταν βρούμε την χρυσή τομή ανάμεσα στα δύο τότε πηγαίνουμε για ύπνο ευτυχισμένοι. Ενίοτε δε και γκρινιάρηδες, αλλά δείξτε μου έναν άνθρωπο που να μην γκρινιάζει για τον παραμικρό λόγο. Ακόμα και αυτός που μπορεί να λέει πως σιχαίνεται την δουλειά του, στο τέλος ή μαθαίνει να την αγαπά, όπως γίνεται με όλα τα πράγματα στη ζωή, ή απλά αλλάζει χώρο εργασίας. Και πάλι δεν ξέρουμε κατά πόσο είναι πραγματικά ευτυχισμένος ή όχι. Κάποια πράγματα είναι σαν τον ήλιο: Μόλις πάει να δύσει καταλαβαίνει κάποιος το μεγαλείο του.
Δ. Παπαδόπουλος