Μαθητικές κοινότητες, δημοκρατικά σχολεία, βιωματική μάθηση, υπαίθρια εκπαίδευση, μοντεσσοριανή αγωγή… τόση πολλή ορολογία της οποίας γίνεται έντονη χρήση τελευταία, κι όμως ακόμα δεν είναι απόλυτα ξεκάθαρο τί πρεσβεύουν οι υποστηρικτές της. Είναι ένα “επαναστατικό” είδος εκπαίδευσης; Είναι μια ουτοπία; Είναι κάτι χρήσιμο τελικά;
Ας ξεκινήσουμε με τα βασικά: ο όρος εναλλακτική εκπαίδευση αποτελεί ομπρέλα για έναν αριθμό παιδαγωγικών θεωριών που αποκλίνουν από τα συνηθισμένα εκπαιδευτικά συστήματα. Τέτοιου είδους εκπαίδευση μπορεί να παρασχεθεί από δημόσια, ιδιωτικά σχολεία ή ακόμα και στο σπίτι.
Τί εμπεριέχει ο όρος εναλλακτική εκπαίδευση;
Υποκατηγορίες του όρου αποτελούν αρκετές διαφορετικές θεωρίες και πρακτικές και παρακάτω θα ακολουθήσει μια σύντομη σύνοψή τους, καθώς και παράθεση των πλεονεκτημάτων που παρέχουν τέτοιου είδους προσεγγίσεις.
Αρχικά, θα αναφερθούμε στη βιωματική μάθηση. Αυτή δεν είναι άλλη από τη μάθηση μέσω πράξεων παρά θεωριών. Με άλλα λόγια, οι μαθητές πρώτα επεξεργάζονται, παρατηρούν, βιώνουν, και μετά εκφράζουν με λόγια το αποτέλεσμα της παρατήρησής τους. Ένα τέτοιο είδος εκπαίδευσης δίνει την ευκαιρία σε μαθητές όλων των τύπων, ακόμα και σε μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες, όπως διάσπαση προσοχής, να λειτουργήσουν ομαδοσυνεργατικά, να πράξουν, να πειραματιστούν, και έτσι μέσα από δραστηριότητες που θα ενεργοποιήσουν όλες τις αισθήσεις τους να κατακτήσουν τη νέα γνώση.
Έπειτα έχουμε τα δημοκρατικά σχολεία, τα σχολεία τύπου Summerhill, όπου το λόγο παίρνουν οι μαθητικές κοινότητες και η σχολική ζωή αποτελεί ουσιαστικά μικρογραφία της κοινωνίας όπου οι αποφάσεις παίρνονται από το λαό-μαθητές. Μέσα σε ένα τέτοιου είδους δημοκρατικό σχολείο, οι μαθητές εξοικειώνονται με την ιδέα της ανάληψης ευθύνης των πράξεων και των αποφάσεών τους, αποκτούν κριτική σκέψη, αφού καλούνται να αποφασίζουν για θέματα που τους αφορούν άμεσα, γίνονται πιο υπεύθυνοι και αποκτούν κοινωνική και πολιτική συνείδηση.
Ένα άλλο κομμάτι της εναλλακτικής εκπαίδευσης είναι η υπαίθρια εκπαίδευση, δηλαδή η εξόρμηση στη φύση με σκοπό τα παιδιά να γνωρίσουν από πρώτο χέρι το φυσικό περιβάλλον γύρω τους και να μάθουν να μην το φοβούνται παρά να το σέβονται και να το προστατεύουν. Αυτού του είδους η εκπαίδευση βοηθά τους μαθητές να πειραματιστούν και να έρθουν σε άμεση επαφή με το φυσικό περιβάλλον, κάνει τα παιδιά πιο ευαισθητοποιημένα σε οικολογικά και περιβαλλοντικά θέματα, καθώς και τα φέρνει πιο κοντά μεταξύ τους, αναπτύσσοντας έτσι κοινωνικές σχέσεις.
Ακόμα μια μορφή εναλλακτικής εκπαίδευσης είναι το σύστημα Μοντεσσόρι, όπου τα παιδιά μέσα από βιωματικές δραστηριότητες μαθαίνουν να αυτοεξυπηρετούνται αρχικά, να αυτονομούνται και να λειτουργούν ως αυτόνομες οντότητες και όχι εξαρτημένα από κάποιον ενήλικα. Μαθαίνουν την οργάνωση και την πειθαρχία χωρία την ανάγκη τιμωρίας και απειλών.
Σαφώς και τα παραπάνω δεν είναι παρά λίγα παραδείγματα του ποιές μορφές μπορεί να πάρει η εναλλακτική εκπαίδευση και πώς μπορεί να πραγματοποιηθεί, όπως την οραματίστηκε ο κάθε διευθυντής, ο κάθε δάσκαλος που εισήγαγε μια τέτοια προσέγγιση στο σχολείο ή στην τάξη του. Επομένως, οι εναλλακτικές μορφές εκπαίδευσης δεν είναι καθόλου ουτοπικές, είναι απόλυτα ρεαλιστικές και εφαρμόσιμες αρκεί να υπάρχει η διάθεση και το όραμα. Όραμα για μεταλαμπάδευση αξιών και ήθους στα παιδιά, όχι στείρας γνώσης, όραμα για παράδοση στην κοινωνία ανθρώπων πολύπλευρα αναπτυγμένων και ευαισθητοποιημένων.
Στο κάτω κάτω, όπως είπε και ο Einstein: “Παιδεία είναι αυτό που μένει όταν κάποιος ξεχάσει όσα έμαθε στο σχολείο…”
Ειρήνη Μαρκιανού
Πηγή:
https://en.wikipedia.org/wiki/Alternative_education