Ένα ταξίδι μέχρι τον Aχέροντα ποταμό: Η ιστορία του από τον Όμηρο μέχρι και σήμερα

    0
    663

    Ο Αχέροντας, μήκους 50 περίπου χιλιομέτρων,είναι ποταμός της περιφέρειας Ηπείρου και διασχίζει τους νομούς Ιωαννίνων, Θεσπρωτίας και Πρεβέζης.

    Οι πρώτες πηγές του προέρχονται από τα χιόνια του όρους Τόμαρος στο Νομό Ιωαννίνων (μέγιστο υψόμετρο 1.986 μέτρα), ενώ άλλες πηγές του βρίσκονται στα όρη Σουλίου και τα όρη Παραμυθιάς Θεσπρωτίας. Σημαντικές πηγές είναι επίσης αυτές του χωριού Βουβοπόταμος Πρέβεζας, κοντά στη Γλυκή.

    Διαφήμιση

    Ο Αχέροντας εκβάλλει στο Ιόνιο πέλαγος στο χωριό Αμμουδιάτης Πρέβεζας, όπου σχηματίζει δέλτα. Η ονομασία του ποταμού, προέρχεται από τη λέξη «ἄχος», που περιγράφει τη βαθιά θλίψη, τη λύπη και τον θρήνο.

    Στην αρχαιότητα, το όνομα του και μόνο αρκούσε να εκφράσει την ιδέα του Άδη και του τρόμου, καθώς περιγραφόταν ως ο δρόμος για τον κάτω κόσμο.

    Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία ο «ψυχοπομπός» Ερμής, παρέδιδε τις ψυχές των νεκρών στον Χάροντα για να καταλήξουν στο βασίλειο του Άδη. Η κάθε ψυχή, περνώντας από το πορθμείο του Χάροντα, έπρεπε να δώσει από έναν οβολό για τη μεταφορά.

    Στον δρόμο του ο ποταμός Αχέρων διασταυρωνόταν με τους ποταμούς Πυριφλεγέθοντα και Κωκυτό, στο σημερινό χωριό Μεσοπόταμος, όπου βρίσκεται το  Στον δρόμο του ο ποταμός Αχέρων διασταυρωνόταν με τους ποταμούς Πυριφλεγέθοντα και Κωκυτό, στο σημερινό χωριό Μεσοπόταμος, όπου βρίσκεται το αρχαίο Νεκρομαντείο του Αχέροντα.

    Κατά τον Όμηρο, σε εκείνο το σημείο, «έσμιγε ο ποταμός Αχέρων με τον Κωκυτό και τον Πυριφλεγέθοντα, στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας Λίμνης, η οποία αποτελούσε την είσοδο του κόσμου των ψυχών».

    Βάσει της μυθολογίας, ο Αχέρων κατά την σύγκρουση των υιών του Κρόνου και των Τιτάνων, έδωσε νερό στους Διψασμένους Τιτάνες, κάτι που προκάλεσε την οργή του Δία. Για τιμωρία, έστειλε τον Αχέροντα σε βάθος τόσο όσο το ύψος του ουρανού από την γη, πικραίνοντας τα νερά του.

    Στη δυτική όχθη του Αχέροντα είναι χτισμένη η Γλυκή, ιστορικό χωριό της περιοχής του Σουλίου, κοντά στα όρια των νομών Θεσπρωτίας και Πρέβεζας.Η περιοχή, ειδικότερα το καλοκαίρι, αποτελεί πόλο έλξης για τους λάτρεις δραστηριοτήτων όπως rafting στον ποταμό Αχέροντα.

    Πρόκειται για ένα πεδινό χωριό, ο πληθυσμός του οποίου, ασχολούμενος κυρίως με την μικροκτηνοτροφία και περισσότερο με τη γεωργία και ειδικότερα με τη ριζοκαλλιέργεια, το 1928 αριθμούσε 238 κατοίκους, έχοντας δημοτικό σχολείο και ταχυδρομικό γραφείο. Το 1971 είχε 481 κατοίκους, το 1981 ήταν 469, ενώ το 2001 αριθμούσε 434 κατοίκους.

    Στο σημερινό χωριό έχουν διασωθεί λείψανα αξιόλογου οικισμού που παρουσιάζει συνεχή ζωή από την ελληνιστική ως τη βυζαντινή εποχή. Από τα σωζόμενα ερείπια παλαιοχριστιανικής βασιλικής εικάζεται ότι στο σημείο βρισκόταν η αρχαία Εύροια, έδρα επισκόπου, που μνημονεύεται σε βυζαντινές πηγές του 4ου μ.Χ. αιώνα.

    Άλλοι πάλι ερευνητές ταυτίζουν τα ερείπια με το αρχαίο Ομφάλιο ή την Κίχυρο. Η νεότερη πάντως ονομασία του χωριού εκτιμάται ότι σχετίζεται με τον κοντινό «Γλυκύ λιμένα».

    Ο οικισμός όφειλε τη  μεγάλη διάρκεια της ζωής του στη στρατηγική του θέση, καθώς έλεγχε την εδώ διάβαση του Αχέροντα ποταμού, από την οποία περνούσε το ανατολικό σκέλος του διεθνούς ρωμαϊκού δρόμου Απολλωνίας – Βουθρωτού – Νικόπολης.

    Στους βυζαντινούς χρόνους αποτελούσε ιδιαίτερη επισκοπή, η οποία στη συνέχεια ενώθηκε με την επισκοπή Βουθρωτού και αποτέλεσε την «Επισκοπή Βουθρωτού και Γλυκέος».

    Κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 στο χωριό συνομολογήθηκε η Συνθήκη της Γλυκής μεταξύ των Σουλιωτών και των Τουρκαλβανών Μπέηδων το 1821.

    Με πληροφορίες από  epirustravel.eu  , wikipedia, naftemporiki.gr

    Διαφήμιση

    LEAVE A REPLY

    Please enter your comment!
    Please enter your name here